Πίνακας Περιεχομένων
Αλλούβιες αποθέσεις
Οι αλλούβιες ή αλλουβιακές αποθέσεις (Λατιν. alluvium) είναι οι αποθέσεις αργίλου, άμμου, λατυπών (χαλικιών) και άλλων φερτών υλικών που παράγονται εξαιτίας της ροής ύδατος σε ένα ποτάμιο περιβάλλον[1]. Είναι πρακτική της γεωαρχαιολογίας σε συστήματα αποχέτευσης ποταμών, με έμφαση στην ανακάλυψη, την ανασκαφή και την ανάλυση συμφραζομένων αρχαιολογικών αρχείων σε προσχώσεις, δηλαδή ιζήματα που εναποτίθενται από το νερό και υπάρχουν σε ποικίλες προσχώσεις[2].
Αίτια
Αλλούβιες αποθέσεις αφήνουν οι ποταμοί στις παραποτάμιες πεδιάδες και στα δέλτα ποταμών. Οι αποθέσεις αυτές δημιουργούνται σταδιακά από τη συσσώρευση κλαστικών προϊόντων αποσάθρωσης και θρυμματισμού πετρωμάτων. Τα θραύσματα παρασύρονται από τη ροή του νερού και, όταν αυτό ελαττώσει την ταχύτητα της ροής του, τα φερτά υλικά δεν μπορούν πλέον να μεταφερθούν και αποτίθενται[3]. Σε γενικές γραμμές αυτού του είδους οι αποθέσεις είναι πλούσιες σε οργανικά υλικά και πιθανώς σε ευρήματα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος[4].
Σημειώσεις και παραπομπές
Βιβλιογραφία
- Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Alluvium» in Encyclopædia Britannica (11th edition) Cambridge:Cambridge University Press.
- Darvill, Timothy 2003, The Concise Oxford Dictionary of Archaeology, Oxford: Oxford University Press. ISBN: 9780199534043.
- Ferring, C.R. 2016. “Alluvial Settings”, in Encyclopedia of Geoarchaeology, edited by A.S. Gilbert, (4-14), Dordrecht: Springer https://doi.org/10.1007/978-1-4020-4409-0_150.
- Miller, B.A., Juilleret, J. 2020. «The colluvium and alluvium problem: Historical review and current state of definitions», Earth-Science Reviews, 209 (Oct): 103316. doi: https://doi.org/10.1016/j.earscirev.2020.103316.