Πίνακας Περιεχομένων

Αμφορέας

Ως αμφορέας εννοείται αγγείο με οβάλ σώμα με κάθετη λαβή αμφίπλευρα. Χρησιμοποιείτο για την αποθήκευση οίνου και ενίοτε ελαίου. Το όνομα αμφορεύς προέρχεται από το επίρρημα αμφί και το ρήμα φέρειν, (ἀμφορεύς) [1], συντετμημένη μορφή του ἀμφιφορεύς. Οι αμφορείς επινοήθηκαν κατά την προϊστορία και θεωρούνται αρχαιότατα μέσα μεταφοράς όσον αφορά στην κλασική περίοδο[2]. Υιοθετήθηκαν από τους Ρωμαίους ως κύρια μέσα μεταφοράς και αποθήκευσης οίνου, ελαίου ελαιοκάρπου, δημητριακών[3], ιχθύων κ.α.[4] Χρησιμοποιήθηκαν σε όλη τη Μεσόγειο και τις επαρχίες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας περίπου έως τον 16o αιώνα.

Τυπολογία

Όσον αφορά στον τύπο του, είναι µεγάλο, κλειστό αγγείο µε δύο κατακόρυφες λαβές που ξεκινούν από το ύψος του ώµου και φτάνουν έως το χείλος συνήθως ή έως το λαιµό του αγγείου[5], που χρησιμοποιείται για αποθήκευση ή μεταφορά. Ο τύπος απαντάται τόσο σε απλά όσο όσο και σε κοσμημένα αγγεία. Οι αμφορείς μεταφοράς είναι μεγάλα ακόσμητα αγγεία, συχνά οξυπύθμενα. Τα αττικά κοσμημένα αγγεία απαντώνται πολύ συχνά στο σχήμα του αμφορέα και έχουν εντοπιστεί πολλές υποδιαιρέσεις του τύπου[6].

Το συγκεκριμένο αγγείο παρουσιάζεται σε αρκετούς τύπους. Οι αμφορείς ταξινομούνται σε αμφορείς με λαιμό (καθαρό περίγραμμα λαιμού) και κωδωνόσχημους (συνεχές προφίλ από τα χείλη έως τη βάση). Οι αμφορείς με λαιμό κατηγοριοποιούνται σε αμφορείς Nola, Παναθηναϊκούς, Νικοσθένειους από την κεραμική Bucchero και οξυπύθμενους με εξόγκωμα αντί για βάση στο κατώτατο σημείο. Διαχρονικά αγγεία οι αμφορείς παράγονταν από τις απαρχές της μελανόμορφης τεχνικής έως το τέλος της ερυθρόμορφης τεχνικής, ενώ η κατασκευή τους διακρίνεται για τη λεπτότητά της σε ύστερες περιόδους. Ο Αμφορέας με λαιμό διαθέτει οβάλ σώμα, διακριτό λαιμό με παχύ στόμιο, δύο κάθετες λαβές και βαρύ στήριγμα. Ορισμένοι γεωμετρικοί αμφορείς φέρουν σιγμοειδή διακόσμηση αμφίπλευρα του λαιμού. Εκείνοι που είναι ζωγραφισμένοι με την αμαυρόχρωμη τεχνική φέρουν συνήθως ανθέμια σε σχήμα λωτού στο λαιμό, αντί για σιγμοειδή διακόσμηση (SOS) και κάποια σκηνή στο σώμα. Ο Τυρρηνικός αμφορέας, ένας άλλος τύπος που κατασκευάστηκε στα μέσα του 6ου αι. ΠΚΕ, είναι υψηλόκορμος, ενώ οι αμφορείς του Εξηκία και άλλων εργαστηρίων είναι πλατύσωμοι. Οι μεταγενέστεροι αμφορείς διακρίνονται για την ενδιάμεση, ισορροπημένη αισθητικά κατασκευή τους.

Στα πρώιμα χρόνια της ερυθρόμορφης τεχνικής, ωστόσο, ο αμφορέας με λαιμό δεν ήταν και τόσο δημοφιλής απ’ ό,τι φαίνεται. Ο αμφορέας τύπου Νόλα, μια παραλλαγή του αμφορέα με λαιμό, προτιμήθηκε στο πρώτο μισό του 5ου ΠΚΕ αιώνα, για να αντικατασταθεί στο δεύτερο μισό από τον αμφορέα με λαιμό και πλεκτές λαβές. Οι διαστάσεις των αμφορέων ποικίλουν από 25 έως και 60 εκ. σε ύστερες περιόδους εφαρμογής της ερυθρόμορφης τεχνικής. Τα βασικότερα είδη τα οποία απαντώνται στην τυπολογία των αμφορέων της κλασικής περιόδου είναι τα παρακάτω.

Αμφορέας Τύπου Α

FIXME Ο αμφορέας τύπου Α του τέλους του έβδομου αιώνα ΠΚΕ προέρχεται από το σχήμα του πρωτοαττικού αμφορέα, αν και σε πολύ μικρότερη εκδοχή, και απαντάται συχνά τόσο στην μελανόμορφη όσο και στην ερυθρόμορφη κεραμεική. Τα παλαιότερα παραδείγματα του αμφορέα τύπου Α ποικίλλουν ως προς το σχήμα του ποδιού και του χείλους. Η συνήθης μορφή στο πρώτο μισό του έκτου αιώνα έχει μικρό σώμα σε ωοειδές σχήμα, που λεπταίνει στο πόδι και χρονολογείται γύρω στα µέσα του 6ου αι. ΠΚΕ στο εργαστήριο του Εξηκία, στον οποίο και αποδίδεται η επινόηση του συγκεκριμένου τύπου[7]. Όψιμα έργα αυτού του τύπου εμφανίζονται στα µέσα του 5ου αι. ΠΚΕ. Η λαβή είναι απλή κυλινδρική και εκτείνεται από τον ώμο μέχρι το μέσο του λαιμού. Στην εξέλιξή του ο συγκεκριμένος τύπος απέκτησε χείλος σε σχήμα εχίνου και το πόδι ενσωματώθηκε στον κορμό. Ήταν δημοφιλής κατά την ύστερη περίοδο της μελανόμορφης αγγειογραφίας, που διήρκεσε από το δεύτερο τέταρτο του έκτου αιώνα έως περίπου το 440 ΠΚΕ.

Αμφορέας Τύπου Β

FIXME

Αμφορέας Τύπου Γ

FIXME

Νικοσθένειος Αμφορέας

FIXME Ο Νικοσθένειος αμφορέας έχει ωοειδές σώμα με ψηλό λαιμό, ευρεία λαβή σε κάθε πλευρά και πλατιά βάση. Εισήχθη από τον Νικοσθένη περίπου το 530 ΠΚΕ. Ζωγραφιζόταν είτε με την ερυθρόμορφη ή την μελανόμορφη τεχνική, αλλά εξαφανίστηκε στις αρχές του 5ου αι. ΠΚΕ. Μικρότερος σε μέγεθος, η διάστασή του ως προς το ύψος δεν υπερέβαινε τα 30 εκ. περίπου.

Αμφορέας τύπου Νόλα

Ο αμφορέας Νόλα φέρει διακριτό λαιμό, λαβές και σταθερό, βαρύ στήριγμα. Το όνομά του προέρχεται από τον αρχαιολογικό τόπο στον οποίο βρέθηκαν πολλοί αμφορείς του είδους του. Το σχήμα εισήγαγαν εργαστήρια των αρχών του 5ου αι. ΠΚΕ, πιθανώς του ζωγράφου του Βερολίνου, και τα ακολούθησαν αρκετοί κεραμείς, αν και εξαφανίστηκε στο δεύτερο μισό του 5ου ΠΚΕ αι. Η σκηνή που διακοσμεί το αγγείο βρίσκεται στο σώμα, ενώ στο κατώτατο σημείο του αγγείου απαντώνται μαίανδροι. Η συνήθης απαντώμενη διάσταση είναι περίπου τα 30 εκ. ύψος.

Παναθηναϊκός αμφορέας

FIXME Ο Παναθηναϊκός αμφορέας διακρίνεται για το πλατύ σώμα του τον διακριτό λαιμό με το βαρύ στόμιο, για τις κυλινδρικές λαβές στην τόμη τους και μικρό του στήριγμα. Χρησιμοποιείτο ως βραβείο στους αγώνες των Παναθηναίων που διεξάγονταν κάθε τέσσερα χρόνια και περιείχε λάδι από τις ελιές της Ακαδημίας.

Η κεντρική σκηνή κατανέμεται και στις δύο πλευρές του σώματος του αγγείου. Στη μία απεικονίζεται η Αθηνά ανάμεσα σε στήλες και στην άλλη το αγώνισμα στο οποίο νίκησε ο τροπαιούχος. Από τον 4ο αι. ΠΚΕ καταγραφόταν στη δεξιά στήλη το όνομα του επώνυμου άρχοντα. Υπάρχουν και άλλες εικόνες στη θεματογραφία, των παναθηναϊκών αμφορέων αλλά δεν χρησιμοποιούνταν για τους αγώνες. Το είδος προτιμήθηκε ιδιαίτερα στο πρώτο ήμισυ του 5ου αι. ΠΚΕ. Το ύψος του έφθανε τα 60 εκ. και σε ύστερες περιόδους ακόμη και τα 80 εκ.

Πελίκη

FIXME

Οξυπύθμενος αμφορέας

Διακρίνεται για το κυκλικό του σώμα, το βαρύ στόμιο, τις κυλινδρικές σε τομή λαβές και ένα μικρό εξόγκωμα αντί βάσης. Πιθανώς εδραζόταν σε ειδικό στήριγμα. Ζωγραφιζόταν είτε με την ερυθρόμορφη ή την μελανόμορφη τεχνική, αν και η παραγωγή του περιορίζεται στο πρώτο μισό του 5ου αι. ΠΚΕ. Οι διαστάσεις τους έφθαναν τα 50-60 εκ. ύψος.

Πρωτοαττικός Αμφορέας

FIXME

Τυρρηνικός Αμφορέας

FIXME

Πλατύσωμος αμφορέας (belly)

Ο πλατύσωμος αμφορέας διακρίνεται για το οβάλ σώμα με συνεχές προφίλ από τα χείλη έως το πόδι και τις δύο λαβές. Ταξινομείται στον τύπο A όταν έχει επίπεδες λαβές, στον τύπο B όταν έχει κυλινδρικές λαβές και στον τύπο Γ όταν έχει στρογγυλεμένο χείλος και κυλινδρικές λαβές. Ο τύπος Β είναι ο παλαιότερος, εμφανίστηκε στο πρώτο μισό του έκτου αιώνα και ο τύπος Γ προτιμήθηκε από τους ζωγράφους των ερυθρόμορφων. Η διακοσμητική σκηνή αποτυπωνόταν στο σώμα και μια ακτινωτή διάταξη κοσμούσε το κατώτατο τμήμα του σώματος. Φύλλα κισσού διακοσμούσαν τη λαβή του τύπου Α, ενώ ανθέμια σε σχήμα λωτού προτιμούνταν από τους ζωγράφους της μελανόμορφης τεχνικής ως κορνίζωμα της κεντρικής εικόνας. Ορισμένοι ζωγράφοι που χρησιμοποιούσαν την ερυθρόμορφη τεχνική, ζωγράφιζαν μόνο μαιανδρικές διατάξεις για τη γραμμή της βάσης.

Αμφορέας μεταφοράς

Μεγάλος αμφορέας που χρησιμοποιήθηκε κυρίως για μεταφορά κρασιού. Είναι οξυπύθμενος και αρκετά ψηλός. Ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιήθηκε το παρόν σχήμα είναι πιθανώς η ευκολία αποθήκευσής του σε σχέση με τους αμφορείς που διαθέτουν μεγάλη βάση. Το αγγείο τοποθετείτο σε βάση θαμμένη στο έδαφος και το σχήμα του διέφερε από περιοχή σε περιοχή, γεγονός που μας βοηθά να προσδιορίσουμε και τον τόπο κατασκευής του. Στους ύστερους χρόνους αναγνωρίστηκαν αμφορείς μεταφοράς με σφραγίδα στις λαβές, στην οποία καταγραφόταν το έτος συγκομιδής. Το ύψος του συγκεκριμένου τύπου αγγείου φθάνει τα 70 εκ.

Σημειώσεις Παραπομπές


[1] Βλ. ἀμφορεύς. Liddell, Henry George; Scott, Robert; A Greek–English Lexicon at the Perseus Project
[2] Twede 2002, 98–108.
[3] Scheibler 1987, 72.
[4] Adkins and Adkins 1994, 196.
[5] Johnston 1984. 208-211.
[7] Lullies 1964, 88, επίσης Kanowski, Containers 21.

Βιβλιογραφία

Δικτυακοί τόποι