Διαταραχή (αρχαιολογία)

Η διαταραχή (disturbance) στην αρχαιολογία αναφέρεται στις διαδικασίες που τροποποιούν τα αρχαιολογικά κατάλοιπα μετά την αρχική τους εναπόθεση, επηρεάζοντας την ερμηνεία των ευρημάτων. Αυτές οι διαδικασίες περιλαμβάνουν φυσικούς και ανθρωπογενείς παράγοντες που μπορούν να διαταράξουν τη στρωματογραφία, να μετακινήσουν τέχνεργα ή να τα καταστρέψουν. Σύμφωνα με μελέτες, η διαταραχή δεν είναι απλώς ένα εμπόδιο, αλλά μέρος των διαδικασιών σχηματισμού του χώρου (site formation processes), που απαιτούν διεπιστημονική προσέγγιση για ακριβή ανάλυση [1]. Σε ημιάγονες περιοχές, όπως η Βόρεια Αυστραλία, η χαμηλή ταχύτητα ιζηματογένεσης ενισχύει τις επιδράσεις της διαταραχής, οδηγώντας σε μεγαλύτερη φθορά[2]. Σε τροπικές πεδινές περιοχές, τα ζώα του εδάφους παίζουν ρόλο μηχανικών του οικοσυστήματος, διαμορφώνοντας το τοπίο[3].
Η κατανόηση της διαταραχής είναι κρίσιμη για την ερμηνεία των αρχαιολογικών δεδομένων, καθώς μπορεί να δημιουργήσει ψευδοχαρακτηριστικά ή να αποκρύψει στοιχεία.
Ορισμός και θεωρητικό πλαίσιο

Η διαταραχή ορίζεται ως οι μετασχηματισμοί που αναδιατάσσουν τέχνεργα οριζόντια και κάθετα, συμπυκνώνουν ή αραιώνουν ομάδες αντικειμένων και διαταράσσουν χαρακτηριστικά[4]. Οι διαδικασίες σχηματισμού χώρου περιλαμβάνουν φυσική, χημική, βιολογική και ανθρωπογενή δράση, με το μοντέλο δF/δt = δP/δt + δB/δt + δC/δt ± δA/δt, όπου F είναι η σχηματισμός, P φυσική, B βιολογική, C χημική και A ανθρωπογενής[5]. Στις τροπικές περιοχές η βιοδιαταραχή (bioturbation) είναι κυρίαρχη, με το βιομανδύα (biomantle) να εκτείνεται σε βάθος αρκετών μέτρων[6]. Οι φυσικές διαταραχές εξαρτώνται από την κλίση του εδάφους, τη βλάστηση και τον χρόνο, ενώ οι πολιτιστικές από τη χρήση της γης. Η εντροπία μετρά την αποδιοργάνωση υλικών[7].
Τύποι φυσικών διαταραχών
Οι φυσικές διαταραχές περιλαμβάνουν την επιφανειακή διάβρωση και τη βιοδιαταραχή.
Η επιφανειακή διάβρωση προκαλείται από βροχή και την απορροή των υδάτων, με τάση διάβρωσης ανάλογη του βάθους νερού και της κλίσης του εδάφους[8]. Σε ημιάγονες περιοχές, η αραιή βλάστηση οδηγεί σε ρηγματώσεις, με απώλεια εκατοστών εκατοστών ανά καταιγίδα[9]. Η εξίσωση USLE (A = R K L S C P)[10] προβλέπει απώλεια εδάφους[11].
Η βιοδιαταραχή περιλαμβάνει την φυτοδιαταραχή (φυτά) και την πανιδική διαταραχή (ζώα), που χαλαρώνουν το έδαφος και αυξάνουν το πορώδες του εδάφους[12]. Μυρμήγκια, τερμίτες και σκώληκες μετακινούν υλικά, δημιουργώντας σωρούς αναδευμένου εδάφους[13]. Στις τροπικές περιοχές, οι τερμίτες ανανεώνουν την άμμο 25 cm ανά 1000 χρόνια[14]. Κάτι τέτοιο οδηγεί σε κατακόρυφη μετακίνηση, συγκέντρωση χονδροειδών υλικών και καταστροφή χαρακτηριστικών[15].
Τύποι ανθρωπογενών διαταραχών
Οι ανθρωπογενείς διαταραχές είναι συχνότερες σε καλλιεργημένες περιοχές. Η γεωργία διαταράσσει το έδαφος σε 0.25-0.75 m βάθος, σπάζοντας και διασκορπίζοντάς τέχνεργα[16]. Η άροση υπερβαίνει την ανεκτή απώλεια (2-5 τόνους/έκταση/έτος), με 10 τόνους/έτος να μειώνουν την επιφάνεια του εδάφους 15 cm ανά 100 χρόνια[17].
Η αρχαιοκαπηλία και οι κατασκευές καταστρέφουν απευθείας τα αρχαιολογικά δεδομένα, με το γυμνό έδαφος να τριπλασιάζει την απόδοση του ιζήματος[18]. Οι στρατιωτικές δραστηριότητες με τη σειρά τους προκαλούν 10-30% ετήσια φθορά[19]. Άλλες δραστηριότητες περιλαμβάνουν τη βοσκή, την κοπή και την αναψυχή (διάβρωση)[20].
Στις τροπικές περιοχές, οι ανθρωπογενείς φωτιές ενισχύουν τη διάβρωση 100 φορές[21].
Συνέπειες στην αρχαιολογική έρευνα
Η διαταραχή επηρεάζει την ερμηνεία, προκαλώντας λανθασμένες χρονολογήσεις ή ψευδοευρήματα[22]. Η βιοδιαταραχή ομογενοποιεί στρώματα, αλλά διατηρεί μεγάλα τέχνεργα[23]. Σε ημιάγονες περιοχές, η χαμηλή ιζηματογένεση ενισχύει τη φθορά, απαιτώντας ταφονομική ανάλυση[24].
Η διαταραχή είναι αναπόσπαστο μέρος του σχηματισμού των αρχαιολογικών χώρων, με φυσικές και ανθρωπογενείς διαδικασίες να διαμορφώνουν το αρχαιολογικό αρχείο. Μελέτες δείχνουν ότι η κατανόησή της βελτιώνει ερμηνείες, αποφεύγοντας τις παγίδες των ψευδοχαρακτηριστικών[25]. Σε παγκόσμιο επίπεδο, από Αυστραλία έως την Αφρική, η διεπιστημονική προσέγγιση είναι απαραίτητη για αξιόπιστη αρχαιολογία[26].
Παραπομπές
- ↑ Rick 1990, 6.
- ↑ Fanning and Holdaway 2001: 1226
- ↑ McKey et al. 2024, 38.
- ↑ Rick 1990, 6.
- ↑ Fanning and Holdaway 2001, 1225.
- ↑ McKey et al. 2024, 38.
- ↑ Fanning and Holdaway 2001, 1225.
- ↑ Rick 1990, 6.
- ↑ Rick 1990, 7.
- ↑ Η USLE (Universal Soil Loss Equation) είναι ένας τύπος που χρησιμοποιείται για την πρόβλεψη της μέσης ετήσιας απώλειας εδάφους από τη διάβρωση φύλλων και ρυακιών: (A=RKLSCP). Στην εξίσωση το A είναι η μέση ετήσια απώλεια εδάφους και το R είναι ο συντελεστής διάβρωσης βροχόπτωσης-απορροής, το K είναι ο συντελεστής διάβρωσης του εδάφους, το L είναι ο συντελεστής μήκους κλίσης, το S είναι ο συντελεστής απότομης κλίσης, το C είναι ο συντελεστής διαχείρισης κάλυψης και το P είναι ο παράγοντας υποστηρικτικών πρακτικών.
- ↑ Rick 1990, 18
- ↑ Rick 1990, 9.
- ↑ McKey et al. 2024, 38.
- ↑ Fanning and Holdaway 2001, 1231.
- ↑ Rick 1990, 9.
- ↑ Rick 1990, 12.
- ↑ Rick 1990, 12.
- ↑ Rick 1990, 11.
- ↑ Rick 1990, 14.
- ↑ Rick 1990, 15-16.
- ↑ Fanning and Holdaway 2001, 1230.
- ↑ McKey et al. 2024, 39.
- ↑ Rick 1990, 9.
- ↑ Fanning and Holdaway 2001, 1231.
- ↑ McKey et al. 2024, 44.
- ↑ Fanning and Holdaway 2001, 1236.
Βιβλιογραφία
- Rick, J. C. 1990. Surface Erosion and Disturbance at Archeological Sites. U.S. Army Corps of Engineers Technical Report EL-90-7. https://apps.dtic.mil/sti/tr/pdf/ADA219619.pdf
- Fanning, P., & Holdaway, S. 2001. A process-orientated approach to archaeological site formation: Application to semi-arid Northern Australia. Journal of Archaeological Science 28(11): 1223–1236. https://doi.org/10.1016/S0305-4403(02)00253-4
- McKey, D., Renard, D., Zangerlé, A., Iriarte, J., & Rostain, S. 2024. Soil animals and archaeological site formation processes, with a particular focus on bioturbation in tropical lowlands. Paléo 37: 37–44. https://doi.org/10.4000/nda.13754