Πόροι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από archaeology
Πήδηση στην πλοήγησηΠήδηση στην αναζήτηση
Nikolopoulou (συζήτηση | συνεισφορές)
Νέα σελίδα με 'Ο ''πόρος'', (resource) ως γενική έννοια, αναφέρεται σε φυσικά στοιχεία του περιβάλλοντος που έχουν αξία για τον άνθρωπο, είτε ως υλικά αγαθά είτε ως υπηρεσίες οικοσυστημάτων, και διακρίνονται σε ανανεώσιμους (όπως νερό, δάση και ψάρια) και μη ανα...'
 
Nikolopoulou (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


Σύμφωνα με [[οικονομία|οικονομικές]] προσεγγίσεις, οι πόροι ορίζονται ως αποθέματα υλικών στο φυσικό περιβάλλον, που είναι σπάνια και οικονομικά χρήσιμα στην παραγωγή ή κατανάλωση, είτε σε ακατέργαστη μορφή είτε μετά από ελάχιστη επεξεργασία, αποκλείοντας καλλιεργημένα προϊόντα αλλά συμπεριλαμβάνοντας τα ψάρια και τα δασικά προϊόντα<ref>World Trade Organization 2010, 46.</ref> Επιπλέον, περιλαμβάνουν ζωντανούς και μη ζωντανούς παράγοντες του γήινου συστήματος, όπως φυτά, ψάρια, νερό, έδαφος και ορυκτά, τα οποία υποστηρίζουν την ανθρώπινη ευημερία, οικονομία και οικοσυστήματα, ενώ η βιώσιμη χρήση τους απαιτεί διακυβέρνηση για αποφυγή εξάντλησης και περιβαλλοντικών επιπτώσεων<ref>Brondizio and Tourneau 2016, 1.</ref>. Η έννοια των πόρων συνδέεται με έννοιες όπως το φυσικό κεφάλαιο και τα κοινά αγαθά, όπου η πρόσβαση και διαχείριση επηρεάζουν κοινωνικές ανισότητες και βιωσιμότητα <ref>Bleischwitz et al. 2018, 4.</ref>.
Σύμφωνα με [[οικονομία|οικονομικές]] προσεγγίσεις, οι πόροι ορίζονται ως αποθέματα υλικών στο φυσικό περιβάλλον, που είναι σπάνια και οικονομικά χρήσιμα στην παραγωγή ή κατανάλωση, είτε σε ακατέργαστη μορφή είτε μετά από ελάχιστη επεξεργασία, αποκλείοντας καλλιεργημένα προϊόντα αλλά συμπεριλαμβάνοντας τα ψάρια και τα δασικά προϊόντα<ref>World Trade Organization 2010, 46.</ref> Επιπλέον, περιλαμβάνουν ζωντανούς και μη ζωντανούς παράγοντες του γήινου συστήματος, όπως φυτά, ψάρια, νερό, έδαφος και ορυκτά, τα οποία υποστηρίζουν την ανθρώπινη ευημερία, οικονομία και οικοσυστήματα, ενώ η βιώσιμη χρήση τους απαιτεί διακυβέρνηση για αποφυγή εξάντλησης και περιβαλλοντικών επιπτώσεων<ref>Brondizio and Tourneau 2016, 1.</ref>. Η έννοια των πόρων συνδέεται με έννοιες όπως το φυσικό κεφάλαιο και τα κοινά αγαθά, όπου η πρόσβαση και διαχείριση επηρεάζουν κοινωνικές ανισότητες και βιωσιμότητα <ref>Bleischwitz et al. 2018, 4.</ref>.
==Οι φυσικοί πόροι==
:Κύριο λήμμα [[Φυσικοί πόροι]]
Οι φυσικοί πόροι αποτελούν θεμελιώδη στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος που αποκτούν αξία μέσω της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης, λειτουργώντας ως βάση για οικονομική ανάπτυξη, επιβίωση και οικολογική ισορροπία. Σύμφωνα με ακαδημαϊκές αναλύσεις, οι πόροι δεν είναι εγγενώς "φυσικοί" χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, αλλά αναγνωρίζονται ως τέτοιοι όταν αποδίδεται αξία σε ουσίες του φυσικού περιβάλλοντος που είναι χρήσιμες, οικονομικά βιώσιμες και κοινωνικά αποδεκτές για εκμετάλλευση<ref>Bleischwitz et al. 2018, 2.</ref>. Αυτή η προοπτική, βασισμένη σε κλασικούς ορισμούς όπως του Zimmermann (1951), υπογραμμίζει ότι "οι πόροι κατασκευάζονται" μέσω της τεχνολογικής προόδου και των κοινωνικών αναγκών, και δεν "υπάρχουν" απλώς ανεξάρτητα. <ref>Bleischwitz et al. 2018, 3.</ref> Σε οικονομικό πλαίσιο, ορίζονται ως σπάνια αποθέματα υλικών στο φυσικό [[περιβάλλον]] με οικονομική χρησιμότητα στην παραγωγή ή κατανάλωση, επιτρέποντας ελάχιστη επεξεργασία, όπως στο [[πετρέλαιο]] ή τα δασικά προϊόντα, ενώ αποκλείονται καλλιεργημένα αγαθά λόγω ανθρώπινης παρέμβασης<ref>World Trade Organization 2010, 46.</ref> Η κατηγοριοποίησή τους βασίζεται κυρίως στην αναγέννηση: ανανεώσιμοι (π.χ. νερό, ψάρια, δάση) που αναπληρώνονται σε ανθρώπινο χρονικό πλαίσιο, μη ανανεώσιμοι (π.χ. ορυκτά) που εξαντλούνται αργά, και αέναοι (π.χ. ηλιακή ενέργεια) που είναι ανεξάντλητοι. <ref>Bleischwitz et al. 2018, 6.</ref> Επιπλέον, περιλαμβάνουν ζωντανούς και μη ζωντανούς παράγοντες όπως φυτά, μύκητες, νερό, έδαφος και ορυκτά, τα οποία σχηματίζουν αλληλεξαρτώμενα οικοσυστήματα και επηρεάζουν [[πολιτισμός|πολιτιστικές]], πνευματικές και οικονομικές σχέσεις<ref>Brondizio and Tourneau 2016, 1.</ref>. Η βιωσιμότητα απαιτεί διαχείριση για αποφυγή "τραγωδίας των κοινών", όπου η ανοιχτή πρόσβαση οδηγεί σε υπερεκμετάλλευση, ενώ η "κρισιμότητα" αναφέρεται σε πόρους απαραίτητους για την [[υγεία]], την οικονομία και τη [[ζωή]], συχνά μη αντικαταστάσιμους<ref>Bleischwitz et al. 2018, 4.</ref>. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι πόροι συνδέονται με το [[εμπόριο]], τιε περιβαλλοντικές ανισότητες, με έμφαση στην ανάγκη για πολιτικές που προάγουν ισορροπημένη χρήση<ref>World Trade Organization 2010, 70.</ref>.


==Παραπομπές==
==Παραπομπές==
<references/>
<references/>

Αναθεώρηση της 12:57, 3 Δεκεμβρίου 2025

Ο πόρος, (resource) ως γενική έννοια, αναφέρεται σε φυσικά στοιχεία του περιβάλλοντος που έχουν αξία για τον άνθρωπο, είτε ως υλικά αγαθά είτε ως υπηρεσίες οικοσυστημάτων, και διακρίνονται σε ανανεώσιμους (όπως νερό, δάση και ψάρια) και μη ανανεώσιμους (όπως ορυκτά και ορυκτά καύσιμα), ανάλογα με την ικανότητά τους να αναγεννώνται σε ανθρώπινη κλίμακα χρόνου[1]. Αυτή η έννοια δεν είναι στατική, αλλά δυναμική και κοινωνική κατασκευή, καθώς οι πόροι "γίνονται" πόροι μέσω ανθρώπινων αναγκών, τεχνολογίας (π.χ. ψηφιακοί πόροι) και κοινωνικής αποδοχής, και όχι απλώς "είναι" από τη φύση τους[2].

Σύμφωνα με οικονομικές προσεγγίσεις, οι πόροι ορίζονται ως αποθέματα υλικών στο φυσικό περιβάλλον, που είναι σπάνια και οικονομικά χρήσιμα στην παραγωγή ή κατανάλωση, είτε σε ακατέργαστη μορφή είτε μετά από ελάχιστη επεξεργασία, αποκλείοντας καλλιεργημένα προϊόντα αλλά συμπεριλαμβάνοντας τα ψάρια και τα δασικά προϊόντα[3] Επιπλέον, περιλαμβάνουν ζωντανούς και μη ζωντανούς παράγοντες του γήινου συστήματος, όπως φυτά, ψάρια, νερό, έδαφος και ορυκτά, τα οποία υποστηρίζουν την ανθρώπινη ευημερία, οικονομία και οικοσυστήματα, ενώ η βιώσιμη χρήση τους απαιτεί διακυβέρνηση για αποφυγή εξάντλησης και περιβαλλοντικών επιπτώσεων[4]. Η έννοια των πόρων συνδέεται με έννοιες όπως το φυσικό κεφάλαιο και τα κοινά αγαθά, όπου η πρόσβαση και διαχείριση επηρεάζουν κοινωνικές ανισότητες και βιωσιμότητα [5].

Οι φυσικοί πόροι

Κύριο λήμμα Φυσικοί πόροι

Οι φυσικοί πόροι αποτελούν θεμελιώδη στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος που αποκτούν αξία μέσω της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης, λειτουργώντας ως βάση για οικονομική ανάπτυξη, επιβίωση και οικολογική ισορροπία. Σύμφωνα με ακαδημαϊκές αναλύσεις, οι πόροι δεν είναι εγγενώς "φυσικοί" χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, αλλά αναγνωρίζονται ως τέτοιοι όταν αποδίδεται αξία σε ουσίες του φυσικού περιβάλλοντος που είναι χρήσιμες, οικονομικά βιώσιμες και κοινωνικά αποδεκτές για εκμετάλλευση[6]. Αυτή η προοπτική, βασισμένη σε κλασικούς ορισμούς όπως του Zimmermann (1951), υπογραμμίζει ότι "οι πόροι κατασκευάζονται" μέσω της τεχνολογικής προόδου και των κοινωνικών αναγκών, και δεν "υπάρχουν" απλώς ανεξάρτητα. [7] Σε οικονομικό πλαίσιο, ορίζονται ως σπάνια αποθέματα υλικών στο φυσικό περιβάλλον με οικονομική χρησιμότητα στην παραγωγή ή κατανάλωση, επιτρέποντας ελάχιστη επεξεργασία, όπως στο πετρέλαιο ή τα δασικά προϊόντα, ενώ αποκλείονται καλλιεργημένα αγαθά λόγω ανθρώπινης παρέμβασης[8] Η κατηγοριοποίησή τους βασίζεται κυρίως στην αναγέννηση: ανανεώσιμοι (π.χ. νερό, ψάρια, δάση) που αναπληρώνονται σε ανθρώπινο χρονικό πλαίσιο, μη ανανεώσιμοι (π.χ. ορυκτά) που εξαντλούνται αργά, και αέναοι (π.χ. ηλιακή ενέργεια) που είναι ανεξάντλητοι. [9] Επιπλέον, περιλαμβάνουν ζωντανούς και μη ζωντανούς παράγοντες όπως φυτά, μύκητες, νερό, έδαφος και ορυκτά, τα οποία σχηματίζουν αλληλεξαρτώμενα οικοσυστήματα και επηρεάζουν πολιτιστικές, πνευματικές και οικονομικές σχέσεις[10]. Η βιωσιμότητα απαιτεί διαχείριση για αποφυγή "τραγωδίας των κοινών", όπου η ανοιχτή πρόσβαση οδηγεί σε υπερεκμετάλλευση, ενώ η "κρισιμότητα" αναφέρεται σε πόρους απαραίτητους για την υγεία, την οικονομία και τη ζωή, συχνά μη αντικαταστάσιμους[11]. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι πόροι συνδέονται με το εμπόριο, τιε περιβαλλοντικές ανισότητες, με έμφαση στην ανάγκη για πολιτικές που προάγουν ισορροπημένη χρήση[12].

Παραπομπές

  1. Bleischwitz et al. 2018, 2.
  2. Bleischwitz et al. 2018, 3.
  3. World Trade Organization 2010, 46.
  4. Brondizio and Tourneau 2016, 1.
  5. Bleischwitz et al. 2018, 4.
  6. Bleischwitz et al. 2018, 2.
  7. Bleischwitz et al. 2018, 3.
  8. World Trade Organization 2010, 46.
  9. Bleischwitz et al. 2018, 6.
  10. Brondizio and Tourneau 2016, 1.
  11. Bleischwitz et al. 2018, 4.
  12. World Trade Organization 2010, 70.